**Τίτλος: Συνάντηση του Νίκου Ανδρουλάκη και του Νίκολας Σμιτ με τον Περιφερειάρχη Θεσσαλίας Δημήτρη Κουρέτα**
Το απόγευμα της Δευτέρας στη Λάρισα, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Νίκος Ανδρουλάκης, και ο υποψήφιος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Νίκολας Σμιτ, συναντήθηκαν με τον Περιφερειάρχη Θεσσαλίας, Δημήτρη Κουρέτα.
Ο κ. Ανδρουλάκης τόνισε την ανάγκη αντιμετώπισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, που έπληξε τη Θεσσαλία. Υπογράμμισε ότι «στην Ελλάδα δεν επενδύουμε επαρκώς στην πρόληψη και αυτό φαίνεται στην περίπτωση της Θεσσαλίας και άλλων περιοχών, καθώς δεν είμαστε έτοιμοι να σχεδιάσουμε συστηματικά την αποκατάσταση. Το επιχείρημα ότι τέτοιες καταστροφές συμβαίνουν κάθε 500 χρόνια είναι αβάσιμο, καθώς βιώσαμε δύο τέτοιες καταστροφές πρόσφατα. Γι' αυτό πρέπει να επενδύσουμε στην πρόληψη και στα στρατηγικά σχέδια αποκατάστασης, ενισχύοντας τα ευρωπαϊκά ταμεία, τα οποία αυτή τη στιγμή δεν μπορούν να καλύψουν τέτοιες ζημιές. Οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές υποστηρίζουν την ενίσχυση της αλληλεγγύης μέσω αυτών των ταμείων».
«Από την αρχή προτείναμε μια ενιαία αρχή διαχείρισης υδάτων, αλλά όχι την ιδιωτικοποίηση του νερού. Δεν μπορούμε να επιτρέπουμε καταστάσεις που επηρεάζουν τον πρωτογενή τομέα χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη τα τοπικά συμφέροντα και χωρίς διάλογο. Τέτοια σχέδια πρέπει να δίνουν ζωτικό ρόλο στην τοπική κοινωνία, την αυτοδιοίκηση, την κοινωνία των πολιτών, τα επιμελητήρια και τους συνεταιρισμούς, τόσο για το νερό όσο και για την ενέργεια», πρόσθεσε ο κ. Ανδρουλάκης.
Ο Νίκολας Σμιτ επισήμανε ότι, ως Επίτροπος, επισκέφθηκε τις περιοχές που επλήγησαν από την κακοκαιρία Daniel και είδε από κοντά τις καταστροφικές συνέπειες των πλημμυρών.
«Θα μεταφέρω στην Κομισιόν τα αποτελέσματα της συζήτησής μας. Είναι ζήτημα επείγουσας ανάγκης. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε πέντε χρόνια για να βελτιώσουμε την κατάσταση. Είναι ένα τεστ για την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Πρέπει να έρθουν κοινοτικοί πόροι γρήγορα, αλλά αυτό εξαρτάται και από την κυβέρνηση κάθε κράτους μέλους», κατέληξε ο κ. Σμιτ.